Νικολάου Νίκος (1909 - 1986)

Γεννήθηκε στην Ύδρα το 1909. Η κλίση του για την τέχνη εκδηλώθηκε σε πολύ νεαρή ηλικία, όταν δούλευε στο κατάστημα λαϊκής τέχνης της μητέρας του, στην Πλάκα. Το 1929 γράφτηκε στην ΑΣΚΤ της Αθήνας, όπου σπούδασε ζωγραφική με τον Παρθένη και τον Αργυρό. Σύντομα άρχισε να συμμετέχει σε ομαδικές εκθέσεις και το 1935 έγινε μέλος της ομάδας «Ελεύθεροι Καλλιτέχναι».
Το 1937 έφυγε για να συνεχίσει τις σπουδές του στο Παρίσι και στη Ρώμη, μοιραζόμενος την υποτροφία του αδελφικού του φίλου Γιάννη Μόραλη. Οι φιλικές σχέσεις με ομοτέχνους του ήταν πάντα χαρακτηριστικό στοιχείο της ιδιοσυγκρασίας του. Στο Παρίσι ήρθε σε επαφή με την τέχνη του Γαλάνη και του Derain, όπως οι περισσότεροι ζωγράφοι της γενιάς του ’30. Ο πόλεμος του 1940 τον ανάγκασε να επιστρέψει στην Αθήνα, όπου εργάστηκε κάνοντας εκτιμήσεις και συντηρήσεις έργων τέχνης.
Μετά τον πόλεμο αφοσιώθηκε στην ζωγραφική. Συμμετείχε στην ίδρυση της ομάδας «Αρμός» και οργάνωσε την πρώτη του ατομική έκθεση (1948, Ρόμβος). Η τέχνη του ήταν πλέον ώριμη και έδειχνε το ενδιαφέρον του για τις γυναικείες μορφές και το πειθαρχημένο σχέδιο. Την ίδια εποχή άρχισε να δημιουργεί σημαντικές τοιχογραφίες (με αυγοτέμπερα ή φρέσκο) σε διάφορα δημόσια κτίρια, καθώς και σκηνογραφίες για πολλές θεατρικές παραστάσεις (από το 1954).
Η ζωγραφική του εμπνέεται καταρχήν από τη φύση, αλλά και από αρχαϊκές μορφές τέχνης, από τις οποίες δανείζεται την εκφραστική λιτότητα του σχεδίου και τα επίπεδα γαιώδη χρώματα. Συνδυάζει την αφαιρετικότητα μιας σύγχρονης γραφής με την καθαρή γραμμή που χαρίζει το ελληνικό φως.
Από το 1964, το σπίτι του στην Αίγινα έγινε η μόνιμη κατοικία του και τόπος συνάντησης καλλιτεχνών και διανοουμένων. Την ίδια χρονιά εξελέγη καθηγητής στην ΑΣΚΤ, όπου δίδαξε για μια δεκαετία. Ξεκίνησε επίσης μια από τις δημοφιλέστερες ενότητες του έργου του, τη ζωγραφική σε θαλασσινά βότσαλα. Παράλληλα ασχολήθηκε με τη χαρακτική και την εικονογράφηση βιβλίων.
Έχει παρουσιάσει έργα του σε ατομικές εκθέσεις στην Αθήνα και τη Ρώμη και σε ομαδικές, στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Συμμετείχε στις Μπιενάλε της Βενετίας (1936 και 1964) και του Sao Paulo (1957).
Λίγο μετά τον θάνατό του (Αθήνα, 1986), κυκλοφόρησε το βιβλίο του Η περιπέτεια της γραμμής στην τέχνη.
Το 1991 πραγματοποιήθηκε στην Εθνική Πινακοθήκη αναδρομική έκθεση της δουλειάς του (ζωγραφική, σχέδια, χαρακτικά, σκηνογραφίες, πέτρες, κεραμικά, γλυπτά). Τo 2005 εκτέθηκαν αντιπροσωπευτικά έργα του, που βρίσκονται ως παρακαταθήκη στο Μουσείο Μπενάκη. Η έκθεση μεταφέρθηκε και στο Βερολίνο από το Ελληνικό Ίδρυμα Πολιτισμού. Το 2009 κυκλοφόρησε μονογραφία για το έργο του.