Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1928. Ξεκίνησε με σπουδές Ιατρικής, τις οποίες εγκατέλειψε για να αφοσιωθεί στη ζωγραφική. Αφού μαθήτευσε για ένα διάστημα στο φροντιστήριο του Πάνου Σαραφιανού, σπούδασε στην ΑΣΚΤ με τους Ουμβ. Αργυρό, Γ. Παππά, και Γ. Μόραλη (1950-1955). Παράλληλα ασχολήθηκε με σκηνογραφικές εργασίες, ως βοηθός του Γιάννη Τσαρούχη. Μετά την αποφοίτησή του εγκαταστάθηκε στη Ρώμη. Η πρώτη του ατομική έκθεση στην Αθήνα (1958, Ζυγός) ήταν μια από τις πρωιμότερες παρουσιάσεις αφηρημένων έργων στην Ελλάδα.
Στην επόμενη φάση της δουλειάς του δημιουργεί έργα με ανάγλυφες στρώσεις γυψωμένων χαρτιών (Φόρος τιμής στους τοίχους της Αθήνας) και, από το 1960, ξεκινάει η απομάκρυνσή του από τη συμβατική ζωγραφική του τελάρου. Εγκατεστημένος πλέον στο Παρίσι, έρχεται σε επαφή με τους Nouveaux Realistes και τον Πιερ Ρεστανύ. Είχε ήδη αρχίσει να χρησιμοποιεί μεταλλικά πλέγματα και γυψωμένα υλικά σε τρισδιάστατες κατασκευές, στις οποίες τώρα θα προσθέσει πραγματικά αντικείμενα σε μορφή assemblage. Το 1964 συμμετείχε (με τους Δανιήλ και Κεσσανλή) στην πολυσυζητημένη έκθεση του Ρεστανύ Τρεις Προτάσεις για μια νέα ελληνική γλυπτική, στο πλαίσιο της 32ης Μπιενάλε της Βενετίας. Επέστρεψε στην Ελλάδα μετά το πραξικόπημε του 1967 και, το 1969, παρουσίασε στην Αθήνα (Νέα Γκαλερί) μια έκθεση με κατασκευές από γύψο και συρματόπλεγμα, η οποία αποτέλεσε κορυφαίο καλλιτεχνικό γεγονός, τόσο για το αντι-δικτατορικό της περιεχόμενο όσο και για την πρωτοποριακή μορφή των έργων. Αμέσως μετά, αναγκάσθηκε να ξαναφύγει για το Παρίσι.
Από το 1973 ως το 1975 εργάστηκε στο Δυτικό Βερολίνο, ως υπότροφος της D.A.A.D. Εκεί ολοκλήρωσε τη σειρά Gastarbeiter-Fremdarbeiter. Οι εγκαταστάσεις που εντάσσονται σε αυτή τη σειρά εκτέθηκαν σε πολλά γερμανικά μουσεία. Περιλαμβάνουν ανδρείκελα από συρματόπλεγμα, ντυμένα με παλιά ρούχα, μαζί με αντικείμενα της καθημερινής ζωής των μεταναστών. Οι ανθρωπόμορφες κατασκευές αυτού του τύπου κυριαρχούν και στα επόμενα έργα του, μέσω των οποίων σχολιάζει με οξύτητα τις προβληματικές πλευρές της πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας (Helas Hellas 1980, Βορράς-Νότος 1988, κ.ά.).
Το 1975 εκλέχθηκε καθηγητής στην έδρα ζωγραφικής της Αρχιτεκτονικής Σχολής του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου και από τον επόμενο χρόνο εγκαταστάθηκε οριστικά στην Ελλάδα.
Πριν από το θάνατό του (Αθήνα, 2011) είχε παρουσιάσει το έργο του σε περισσότερες από είκοσι ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Συμμετείχε, μεταξύ άλλων, στις Μπιενάλε του Σαν Μαρίνο (1963), του Sao Paulo (1965) και της Βενετίας (1988), στην 6η Documenta του Κάσελ (1977) και στα Ευρωπάλια (Βέλγιο, 1982). Οι σημαντικότερες αναδρομικές του εκθέσεις παρουσιάστηκαν το 1991-1992 (Θεσσαλονίκη, Χάγη και Βερολίνο), το 1999 (Εθνική Πινακοθήκη), το 2000 (Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, Θεσσαλονίκη) και το 2008 (Μουσείο Μπενάκη). Το 2009 εκδόθηκε μονογραφία για το έργο του.