Γεννήθηκε στη Γαρίτσα της Κέρκυρας το 1909. Η πρώτη του επαφή με την τέχνη ήταν τα μαθήματα σχεδίου που παρακολούθησε στη νυχτερινή Καλλιτεχνική Σχολή της Κέρκυρας (1918-1920). Μετά την εγκατάστασή του στην Αθήνα (1935), γράφτηκε στην ΑΣΚΤ, όπου σπούδασε γλυπτική με τους Θ. Θωμόπουλο, Κ. Δημητριάδη και Μ. Τόμπρο (1936-1939 ή 1945).
Στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων, εκτέλεσε πολλές παραγγελίες αδριάντων και μνημείων, ακολουθώντας τη συμβατική παραστατική τεχνοτροπία που επικρατούσε τότε. Ωστόσο, επηρεασμένος από τη φρίκη του πολέμου, αλλά και από τις εξελίξεις στη διεθνή μοντέρνα τέχνη, προετοιμαζόταν ήδη για την επόμενη φάση της δουλειάς του, η οποία επρόκειτο να τον κατατάξει μεταξύ των πρωτοπόρων της αφαίρεσης στην ελληνική γλυπτική.
Ήδη από την πρώτη του ατομική έκθεση (1955, Ιλισσός) ήταν φανερό ότι οι αφηρημένες μορφές έτειναν να επιβληθούν στο έργο του. Κατά τη δεκαετία του 1960 θα επιλέξει ως κατεξοχήν υλικό της γλυπτικής του το μέταλλο, σίδερο ή χαλκό. Τα πιο χαρακτηριστικά γλυπτά της πρώτης ώριμης περιόδου της δουλειάς του (περίπου μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970) είναι κατασκευασμένα από μεταλλικές βέργες ενωμένες μεταξύ τους με οξυγονοκόλληση, ώστε να σχηματίζουν αδρές επιφάνειες που αναπτύσσονται τρισδιάστατα στο χώρο. Η δομή των συνθέσεων, οι αιχμηρές φόρμες και η επεξεργασία των διαβρωμένων επιφανειών αναδεικνύουν μια προσωπική γραφή με χειρονομιακό χαρακτήρα και έντονη εκφραστικότητα.
Τα επόμενα χρόνια το στοιχείο της πευματικότητας που χαρακτήριζε πάντα τη δουλειά του, αποκτά μια εννοιολογική-φιλοσοφική διάσταση με υπαρξιακές αναφορές. Τα έργα του παρουσιάζονται σε μορφή εγκατάστασεων, με χρήση διαφόρων υλικών και μικτών τεχνικών μέσων (ήχος, βίντεο, φωτογραφία, κείμενα). Το μοτίβο της Σκάλας, σύμβολο πνευματικής εξύψωσης αλλά και κοινωνικής αναρρίχησης, κυριαρχεί κατά την τελευταία περίοδο της δουλειάς του, είτε σε μεγάλες εγκαταστάσεις για δημόσιους χώρους είτε ως φορητό γλυπτό.
Το έργο του έχει παρουσιαστεί σε ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα, Αγγλία και Γαλλία. Συμμετείχε δύο φορές στην Μπιενάλε της Βενετίας (1956 και 1968), και σε άλλες σημαντικές διεθνείς διοργανώσεις, καθώς και σε πολλές ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Πέθανε στην Αθήνα το 1986.