Γεννήθηκε το 1951 στον Πειραιά. Σπούδασε γλυπτική στην Accademia di Belle Arti στη Φλωρεντία (1976-1980), με καθηγητές τους C. Severa και N. Caponi.
Η πρώτη της ατομική έκθεση παρουσιάστηκε στη Αθήνα (Galerie 3) το 1983. Στα γλυπτά της ασχολείται με τη σύνθεση υλικών, συνδυάζοντας διαφορετικές ύλες στο ίδιο έργο. Αρχικά χρησιμοποιεί το μάρμαρο που αντανακλά
τις αρχικές μορφές της φύσης και το πλεξιγκλάς που αντιπροσωπεύει την βιομηχανική εξέλιξη του πολιτισμού. Το πλεξιγκλάς τέμνει το σώμα του μαρμάρου, δημιουργώντας μια διαλεκτική συνύπαρξη με συμβολικό περιεχόμενο.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90 αντικαθιστά το διαφανές και «εύθραυστο» πλεξιγκλάς με την εισαγωγή ενός ακόμη στιβαρού στοιχείου, του μετάλλου, και ειδικότερα με την επιλογή του οδοντωτού τροχού (Galleries 3 , 1999).
Συχνά το μαύρο μάρμαρο παίρνει τη θέση του λευκού, δημιουργώντας μια επιπλέον ένταση, που ενισχύει αντίθεση των υλικών. Η μακρόχρονη έρευνα της γλύπτριας με κύρια υλικά το μάρμαρο και το μέταλλο ολοκληρώνεται με την ενότητα
Ύλη & ύλη, Σειρά ΙV (Galleries 3, 2005), η οποία περιλαμβάνει μεγάλες τρισδιάστατες συνθέσεις από άσπρο μάρμαρο και σίδερο, με κάθετα τοποθετημένους μαρμάρινους όγκους πάνω σε κυκλικούς σιδερένιους δίσκους. Ογκώδεις φόρμες, αφαιρετικές, που βρίσκονται σε συνεχές στάδιο κατεργασίας και οι οποίες μεταβάλλονται αναλόγως με τη θέση που παίρνει ο θεατής.
Παράλληλα με το ατομικό της έργο, συνεργάζεται από το 1980 με τους Κώστα Βρούβα και Νάκη Ταστσιόγλου και έχουν εκθέσει ως εικαστική ομάδα μια σειρά έργων (περιβάλλοντα και εγκαταστάσεις) σε συλλογικές εκθέσεις.
Έχει παρουσιάσει το έργο της σε αρκετές ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, ενώ έχει συμμετάσχει σε πολυάριθμες ομαδικές εκθέσεις. Έργα της βρίσκονται σε δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και το εξωτερικό.